Στην πολιτική συχνά τίθενται διλήμματα. Κάποια από αυτά είναι εμφανή, κάποια άλλα αφανή. Ένα δίλημμα που ελάχιστοι το αντιλήφθηκαν όταν τέθηκε, ήταν αυτό μεταξύ ενός αποτελεσματικού Σημίτη και ενός Καραμανλή που κουραζόταν να διοικεί. Η απάντηση που έδωσε η πλειοψηφία σε αυτό το δίλημμα καθόρισε τις μετέπειτα εξελίξεις. Ακόμα όμως και μέχρι το τέλος της διακυβέρνησης Καραμανλή, η σημασία του διλήμματος του 2004 δεν είχε ακόμα αποκαλυφθεί. Αυτό που είχε γίνει φανερό το 2009 ήταν ένα άλλο δίλημμα, μεταξύ της διεφθαρμένης κυβέρνησης Καραμανλή -θυμίζω ότι συνεχώς ξεσπούσαν σκάνδαλα με τα στελέχη της τότε κυβέρνησης, με αποκορύφωμα το Βατοπέδι- και ενός Παπανδρέου που είχε -και εν πολλοίς έχει ακόμα- το ηθικό πλεονέκτημα.
Μετά την εκλογή του Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία και πριν καλά καλά αναλάβουν οι νέοι Υπουργοί αναθεωρούνται τα δημοσιονομικά στοιχεία από την προηγούμενη διοίκηση της Στατιστικής Υπηρεσίας. Τότε αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα από όσο νομίζαμε. Η κυβέρνηση Καραμανλή είχε πέσει για σκάνδαλα διαπλοκής, όμως αποκαλύφθηκε μια κακοδιαχείριση που θα έριχνε τις συνέπειές της σε όλους τους Έλληνες. Η χρεοκοπία του Ντουμπάι σηματοδοτεί ένα νέο δίλημμα για τη χώρα μας. Μετά από διαπραγματεύσεις ερχόμαστε ενώπιον της ιστορικής πια απόφασης να υπογράψουμε το Μνημόνιο. Η εναλλακτική ήταν η άτακτη χρεοκοπία μας, η αδυναμία του κράτους να βγάλει πέρα τις υποχρεώσεις του, η έξοδός μας από την ενωμένη Ευρώπη και η οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Μπροστά σε αυτό το δίλημμα ο Παπανδρέου διαλέγει το Μνημόνιο και η επιλογή του αυτή επικυρώνεται από τους πολίτες στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές που εξαιτίας της αντιπολίτευσης είχαν λάβει χαρακτήρα δημοψηφίσματος.
Από τότε συνεχώς η Βουλή ερχόταν μπροστά στο ίδιο δίλημμα. Μνημόνιο ή οικονομική καταστροφή. Και διάλεγε Μνημόνιο, με σημαντικό κόστος για το κόμμα που αναλάμβανε την ευθύνη της επιλογής αλλά και σημαντικά οφέλη για τη χώρα, μιας και κερδίσαμε χρόνο -χρόνια- στην Εντατική του Μνημονίου και μπορέσαμε να βελτιώσουμε στο μεταξύ τα δημοσιονομικά μας μεγέθη σε βαθμό πρωτοφανή. Το μόνο δίλημμα που δεν πρόλαβε να τεθεί στον Ελληνικό λαό ήταν η απόφαση για τη συμφωνία με τους δανειστές για το PSI. Η κυβέρνηση Παπανδρέου πέφτει, αναλαμβάνει μεταβατικά ο Παπαδήμος, το PSI ολοκληρώνεται και έρχονται εκλογές. Στις οποίες ο ελληνικός λαός έχει να διαλέξει μεταξύ μιας κακής κυβέρνησης Σαμαρά και μιας καταστροφικής διακυβέρνησης Τσίπρα. Και συνειδητά διαλέγει την κακή κυβέρνηση για να αποφύγει την απομάκρυνση από την Ευρώπη.
Το επίπεδο του πολιτικού δυναμικού όπως αντικατοπτρίζεται στη νέα Βουλή είναι πολύ χαμηλό. Άνθρωποι με ελάχιστη μόρφωση, που δεν έχουν ιδέα για το πώς κυβερνιέται ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος αναδείχθηκαν βουλευτές με κόμματα που ισχυροποιήθηκαν λόγω της κρίσης. Το οικονομικό επιτελείο της Νέας Δημοκρατίας, για δεκαετίες κόμματος εξουσίας, αποδεικνύεται ανεπαρκές. Ο νέος Πρωθυπουργός αναζητά δυο φορές Υπουργό Οικονομικών στο επιτελείο του Σημίτη. Η πορεία της χώρας προδιαγεγραμμένη. Φόροι, φόροι και άλλοι φόροι. Καμία διάθεση αλλαγής, καμία μεταρρύθμιση, κανένας εκσυγχρονισμός της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας. Ποια είναι όμως η εναλλακτική; Ένα χρόνο μετά τις εκλογές, το δίλημμα παραμένει: ένας κακός συνασπισμός Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ, με αρχηγούς και στελέχη ανεπαρκή, ή ένας άπειρος, επικίνδυνος και αλλαζονικός ΣΥΡΙΖΑ χωρίς ερείσματα στο εξωτερικό και χωρίς να εκπροσωπεί πραγματικά ευρείες κοινωνικές ομάδες στο εσωτερικό.
Μετά την εκλογή του Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία και πριν καλά καλά αναλάβουν οι νέοι Υπουργοί αναθεωρούνται τα δημοσιονομικά στοιχεία από την προηγούμενη διοίκηση της Στατιστικής Υπηρεσίας. Τότε αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα από όσο νομίζαμε. Η κυβέρνηση Καραμανλή είχε πέσει για σκάνδαλα διαπλοκής, όμως αποκαλύφθηκε μια κακοδιαχείριση που θα έριχνε τις συνέπειές της σε όλους τους Έλληνες. Η χρεοκοπία του Ντουμπάι σηματοδοτεί ένα νέο δίλημμα για τη χώρα μας. Μετά από διαπραγματεύσεις ερχόμαστε ενώπιον της ιστορικής πια απόφασης να υπογράψουμε το Μνημόνιο. Η εναλλακτική ήταν η άτακτη χρεοκοπία μας, η αδυναμία του κράτους να βγάλει πέρα τις υποχρεώσεις του, η έξοδός μας από την ενωμένη Ευρώπη και η οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Μπροστά σε αυτό το δίλημμα ο Παπανδρέου διαλέγει το Μνημόνιο και η επιλογή του αυτή επικυρώνεται από τους πολίτες στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές που εξαιτίας της αντιπολίτευσης είχαν λάβει χαρακτήρα δημοψηφίσματος.
Από τότε συνεχώς η Βουλή ερχόταν μπροστά στο ίδιο δίλημμα. Μνημόνιο ή οικονομική καταστροφή. Και διάλεγε Μνημόνιο, με σημαντικό κόστος για το κόμμα που αναλάμβανε την ευθύνη της επιλογής αλλά και σημαντικά οφέλη για τη χώρα, μιας και κερδίσαμε χρόνο -χρόνια- στην Εντατική του Μνημονίου και μπορέσαμε να βελτιώσουμε στο μεταξύ τα δημοσιονομικά μας μεγέθη σε βαθμό πρωτοφανή. Το μόνο δίλημμα που δεν πρόλαβε να τεθεί στον Ελληνικό λαό ήταν η απόφαση για τη συμφωνία με τους δανειστές για το PSI. Η κυβέρνηση Παπανδρέου πέφτει, αναλαμβάνει μεταβατικά ο Παπαδήμος, το PSI ολοκληρώνεται και έρχονται εκλογές. Στις οποίες ο ελληνικός λαός έχει να διαλέξει μεταξύ μιας κακής κυβέρνησης Σαμαρά και μιας καταστροφικής διακυβέρνησης Τσίπρα. Και συνειδητά διαλέγει την κακή κυβέρνηση για να αποφύγει την απομάκρυνση από την Ευρώπη.
Το επίπεδο του πολιτικού δυναμικού όπως αντικατοπτρίζεται στη νέα Βουλή είναι πολύ χαμηλό. Άνθρωποι με ελάχιστη μόρφωση, που δεν έχουν ιδέα για το πώς κυβερνιέται ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος αναδείχθηκαν βουλευτές με κόμματα που ισχυροποιήθηκαν λόγω της κρίσης. Το οικονομικό επιτελείο της Νέας Δημοκρατίας, για δεκαετίες κόμματος εξουσίας, αποδεικνύεται ανεπαρκές. Ο νέος Πρωθυπουργός αναζητά δυο φορές Υπουργό Οικονομικών στο επιτελείο του Σημίτη. Η πορεία της χώρας προδιαγεγραμμένη. Φόροι, φόροι και άλλοι φόροι. Καμία διάθεση αλλαγής, καμία μεταρρύθμιση, κανένας εκσυγχρονισμός της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας. Ποια είναι όμως η εναλλακτική; Ένα χρόνο μετά τις εκλογές, το δίλημμα παραμένει: ένας κακός συνασπισμός Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ, με αρχηγούς και στελέχη ανεπαρκή, ή ένας άπειρος, επικίνδυνος και αλλαζονικός ΣΥΡΙΖΑ χωρίς ερείσματα στο εξωτερικό και χωρίς να εκπροσωπεί πραγματικά ευρείες κοινωνικές ομάδες στο εσωτερικό.